ενικός         πληθυντικός  
timetable timetables

  Ετυμολογία

επεξεργασία
timetable < time + table

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

timetable (en)

  1. χρονοδιάγραμμα
  2. (ειδικότερα) πίνακας δρομολογίων

Συνώνυμα

επεξεργασία

Άλλες μορφές

επεξεργασία