Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
timed
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ρηματικός τύπος
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
timed
(en)
αόριστος
&
παθητική
μετοχή
αορίστου
του
time
Επίθετο
επεξεργασία
timed
(en)
χρονισμένος
, που
συμβαίνει
σε συγκεκριμένες
χρονικές
στιγμές
Συγγενικά
επεξεργασία
timing
well-timed