timbre
Αγγλικά (en)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
Γαλλικά (fr)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
timbre | timbres |
timbre (fr) αρσενικό
- (μουσική) το ηχόχρωμα
- το γραμματόσημο, το ένσημο
- σφραγίδα πάνω σε φάκελο ή δέμα που αναφέρει τον τόπο, την ημερομηνία και την ώρα αναχώρησης