παραθετικά
θετικός talented
συγκριτικός more talented
υπερθετικός most talented

Ετυμολογία

επεξεργασία
talented < talent + -ed

talented (en)

  • ταλαντούχος
      a talented, young man - ένας ταλαντούχος, νεαρός άντρας