strong
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | strong |
συγκριτικός | stronger |
υπερθετικός | strongest |
strong (en)
- δυνατός, ισχυρός
- ⮡ How strong was the earthquake?
- Πόσο ισχυρός ήταν ο σεισμός;
- ⮡ How strong was the earthquake?
- αριθμώ, χρησιμοποιείται μετά τους αριθμούς για να δείξει το μέγεθος μιας ομάδας
- ⮡ Our club is 150 members strong.
- Η λέσχη μας αριθμεί 150 μέλη.
- ⮡ Our club is 150 members strong.
Επίρρημα
επεξεργασίαstrong (en)
- δυνατά
- ⮡ He entered the match strong with a goal.
- (Αυτός) μπήκε στον αγώνα δυνατά με γκολ.
- ⮡ He entered the match strong with a goal.