Δείτε επίσης: sometime

  Ετυμολογία

επεξεργασία
sometimes < some + times

  Επίρρημα

επεξεργασία

sometimes (en) (χωρίς παραθετικά)

  • κάποιες φορές, καμιά φορά, κάποτε, άλλοτε…άλλοτε, πότε…πότε
    ⮡  Sometimes I have a hard time making decisions.
    Κάποιες φορές δυσκολεύομαι να πάρω αποφάσεις.
    ⮡  Sometimes, I go for a walk in the park in the afternoon.
    Καμία φορά πηγαίνω βόλτα στο πάρκο το απόγευμα.
    ⮡  We meet sometimes and chat.
    Συναντιόμαστε κάποτε και τα λέμε.
    ⮡  The weather is sometimes cold and sometimes hot.
    Ο καιρός είναι άλλοτε κρύος και άλλοτε ζεστός.
    ⮡  They work alternately, sometimes one and sometimes the other.
    Λειτουργούν εναλλακτικά, πότε το ένα πότε το άλλο.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη occasionally