sepono
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sepono | seponoj |
αιτιατική | seponon | seponojn |
sepono (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sepono | seponoj |
αιτιατική | seponon | seponojn |
sepono (eo)