senkosta
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | senkosta | senkostaj |
αιτιατική | senkostan | senkostajn |
senkosta (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | senkosta | senkostaj |
αιτιατική | senkostan | senkostajn |
senkosta (eo)