rust
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασία- η σκουριά
- ⮡ Rust eats away at iron.
- Η σκουριά τρώει το σίδερο.
- ⮡ The garden door has rust all over it.
- Η πόρτα του κήπου έπιασε σκουριά.
- ⮡ Rust eats away at iron.
- το χρώμα σκουριάς
Σύνθετα
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαενεστώτας | rust |
γ΄ ενικό ενεστώτα | rusts |
αόριστος | rusted |
παθητική μετοχή | rusted |
ενεργητική μετοχή | rusting |
rust (en) (μεταβατικό και αμετάβατο)
- σκουριάζω
- ⮡ It’s impossible for this safety valve to rust.
- Είναι αδύνατο να σκουριάσει αυτή η ασφαλιστική δικλίδα.
- ⮡ Moisture rusts metals.
- Η υγρασία σκουριάζει τα μέταλλα.
- ⮡ It’s impossible for this safety valve to rust.