rubriko
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | rubriko | rubrikoj |
αιτιατική | rubrikon | rubrikojn |
rubriko (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | rubriko | rubrikoj |
αιτιατική | rubrikon | rubrikojn |
rubriko (eo)