rigueur
Γαλλικά (fr) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
rigueur | rigueurs |
rigueur (fr) θηλυκό
- η σχολαστικότητα
- η δριμύτητα, η τραχύτητα
- η αυστηρότητα
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
rigueur | rigueurs |
rigueur (fr) θηλυκό