recenzisto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | recenzisto | recenzistoj |
αιτιατική | recenziston | recenzistojn |
recenzisto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | recenzisto | recenzistoj |
αιτιατική | recenziston | recenzistojn |
recenzisto (eo)