réserver
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαréserver (fr)
- πιάνω, κρατώ, κλείνω θέση (σε θέατρο, ...)
- on a réservé une table au restaurant - κρατήσαμε ένα τραπέζι στο εστιατόριο
- επιφυλάσσω
- il lui réserve une surprise - του επιφυλάσσει μια έκπληξη