Ετυμολογία

επεξεργασία
prendre la tangente < tangente

  Ρηματική έκφραση

επεξεργασία

prendre la tangente (fr)

  1. απομακρύνομαι από μια κίνηση
  2. (μεταφορικά) (οικείο) φεύγω, το σκάω χωρίς να με δουν