pragmatic
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | pragmatic |
συγκριτικός | more pragmatic |
υπερθετικός | most pragmatic |
Επίθετο
επεξεργασίαpragmatic (en)
παραθετικά | |
θετικός | pragmatic |
συγκριτικός | more pragmatic |
υπερθετικός | most pragmatic |
pragmatic (en)