prétentieux
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- prétentieux < prétenti(on) + -eux
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pʁe.tɑ̃.sjø/
Επίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | prétentieux | prétentieux |
θηλυκό | prétentieuse | prétentieuses |
prétentieux (fr)