postsynchroniser
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- postsynchroniser < post- (κατόπιν, μετά) + synchroniser (συγχρονίζω)
Ρήμα επεξεργασία
postsynchroniser (fr)
- (στον κινηματογράφο) πραγματοποιώ τον μετασυγχρονισμό ενός έργου, μιας ταινίας