postsynchronisation
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- postsynchronisation < post- + synchronisation
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
postsynchronisation | postsynchronisations |
postsynchronisation (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
postsynchronisation | postsynchronisations |
postsynchronisation (fr) θηλυκό