Αγγλικά (en) επεξεργασία

ενεστώτας pollute
γ΄ ενικό ενεστώτα pollutes
αόριστος polluted
παθητική μετοχή polluted
ενεργητική μετοχή polluting

  Ρήμα επεξεργασία

pollute (en)

Συγγενικά επεξεργασία