po
Αλβανικά (sq)
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαpo (sq)
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαpo (eo)
Πολωνικά (pl)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΠρόθεση
επεξεργασίαpo (pl)
- όταν ακολουθείται από τοπική:
- μετά, μετά από
- po trzech tygodniach znalazłem zgubionego długopisu - μετά από τρεις βδομάδες βρήκα το χαμένο στιλό
- σε (με οριστικό άρθρο: στον, στην κλπ.) για υπόδειξη τόπου (δίπλα σε, πάνω σε, κοντά σε κλπ)
- rowerem z trudem jeździ się po piasku - δύσκολα οδηγείς στην άμμο με ποδήλατο
- serce człowieka znajduje się po jego lewej stronie - η καρδιά του ανθρώπου βρίσκεται στα αριστερά (στην αριστερή πλευρά του)
- από (για επιμερισμό ή αίτιο)
- wszystkie dostały po jednej torby - πήρανε όλες από μία τσάντα
- poznałem pana po głosie - σας κατάλαβα από τη φωνή
- για να υποδείξει τη γλώσσα
- mówię dobrze po grecku - μιλάω καλά ελληνικά
- nie ma takiego słowa po polsku ani po angielsku- δεν υπάρχει τέτοια λέξη στα πολωνικά ούτε στα αγγλικά
- μετά, μετά από
- όταν ακολουθείται από αιτιατική:
- woda jest ledwo po pas - το νερό είναι μόλις μέχρι τη μέση
Εκφράσεις
επεξεργασία- po co: γιατί, για ποιο λόγο (ερωτηματικά)