pensmaniero
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- pensmaniero < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | pensmaniero | pensmanieroj |
αιτιατική | pensmanieron | pensmanierojn |
pensmaniero (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | pensmaniero | pensmanieroj |
αιτιατική | pensmanieron | pensmanierojn |
pensmaniero (eo)