• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

palatal

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Επίθετο
  • 2 Γαλλικά (fr)
    • 2.1 Ετυμολογία
    • 2.2 Προφορά
    • 2.3 Επίθετο
      • 2.3.1 Συγγενικά

Αγγλικά (en)

επεξεργασία

Επίθετο

επεξεργασία

palatal (en)

  • (φωνητική) ουρανικός, για φθόγγο που σχηματίζεται όταν η γλώσσα ακουμπά στον ουρανίσκο



Γαλλικά (fr)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
palatal < λατινική palatum

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /pa.la.tal/

Επίθετο

επεξεργασία
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό palatal palataux
θηλυκό palatale palatales

palatal (fr)

  • (φωνητική) ουρανικός

Συγγενικά

επεξεργασία
  • palais
  • palatalisation
  • palataliser
  • palatin - palatine
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=palatal&oldid=5305379"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Οκτωβρίου 2021, στις 10:57

Γλώσσες

    • Čeština
    • Dansk
    • Deutsch
    • English
    • Esperanto
    • Español
    • Suomi
    • Français
    • Magyar
    • Հայերեն
    • Bahasa Indonesia
    • Ido
    • Italiano
    • 日本語
    • 한국어
    • Malagasy
    • മലയാളം
    • Nederlands
    • Polski
    • Português
    • Română
    • Русский
    • Srpskohrvatski / српскохрватски
    • Slovenčina
    • Svenska
    • தமிழ்
    • ไทย
    • Türkçe
    • اردو
    • Tiếng Việt
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Οκτωβρίου 2021, στις 10:57.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας