palatin
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | palatin | palatins |
θηλυκό | palatine | palatines |
Επίθετο
επεξεργασία
palatin (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | palatin | palatins |
θηλυκό | palatine | palatines |
palatin (fr)