ornitorinko
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ornitorinko < λατινική ornithorhynchus < ornitorink + -o
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ornitoˈrinko/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : or‐ni‐to‐rin‐no
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ornitorinko | ornitorinkoj |
αιτιατική | ornitorinkon | ornitorinkojn |
ornitorinko (eo)