origine
Γαλλικά (fr)Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
origine | origines |
origine (fr) αρσενικό
Εσπεράντο (eo)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΕπίρρημαΕπεξεργασία
origine (eo)
Ιταλικά (it)Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
origine | origini |
origine (it) αρσενικό
- η καταγωγή