orienta
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | orienta | orientaj |
αιτιατική | orientan | orientajn |
orienta (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | orienta | orientaj |
αιτιατική | orientan | orientajn |
orienta (eo)