neforgesebla
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | neforgesebla | neforgeseblaj |
αιτιατική | neforgeseblan | neforgeseblajn |
neforgesebla (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | neforgesebla | neforgeseblaj |
αιτιατική | neforgeseblan | neforgeseblajn |
neforgesebla (eo)