monatribuo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | monatribuo | monatribuoj |
αιτιατική | monatribuon | monatribuojn |
monatribuo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | monatribuo | monatribuoj |
αιτιατική | monatribuon | monatribuojn |
monatribuo (eo)