Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈməʊdəl/ (βρετανικό)

  Επίθετο

επεξεργασία

modal (en)

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

modal (en)

Δείτε επίσης

επεξεργασία



γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό modal modaux
θηλυκό modale modales

  Ετυμολογία

επεξεργασία
modal < μεσαιωνική λατινική modalis

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /mɔ.dal/

  Επίθετο

επεξεργασία

modal (fr)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

modal (fr)

Δείτε επίσης

επεξεργασία