• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

merde

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
    • 1.3 Επιφώνημα
      • 1.3.1 Εκφράσεις
      • 1.3.2 Συγγενικές λέξεις
      • 1.3.3 Σύνθετα

Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

merde < λατινική merda

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
merde merdes

merde (fr) θηλυκό

  • (χυδαίο) σκατά

  ΕπιφώνημαΕπεξεργασία

merde (fr)

  1. (χυδαίο) σκατά
  2. (χυδαίο) γαμώτο!
  3. (χυδαίο) καλή τύχη

ΕκφράσειςΕπεξεργασία

  • avoir de la merde dans les yeux
  • avoir un œil qui dit merde à l'autre
  • être dans la merde, être dans la merde jusqu'au cou
  • foutre la merde
  • mouche à merde
  • ne pas se prendre pour de la merde
  • pompe à merde
  • putain de merde

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • se démerder
  • emmerder, s'emmerder
  • merde
  • merder
  • merdeux
  • merdier
  • merdique
  • merdoyer

ΣύνθεταΕπεξεργασία

  • écrase-merde
  • fouille-merde
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=merde&oldid=4143559"
Τελευταία επεξεργασία στις 22 Οκτωβρίου 2019, στις 13:09
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 22 Οκτωβρίου 2019, στις 13:09.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie