παραθετικά
θετικός marvelously
συγκριτικός more marvelously
υπερθετικός most marvelously

  Ετυμολογία

επεξεργασία
marvelously < marvelous + -ly

  Επίρρημα

επεξεργασία

marvelously (en)

  • θαυμάσια, υπέροχα
    ⮡  She danced marvelously at the show.
    Χόρεψε θαυμάσια στην παράσταση.
    ⮡  You handled the situation marvelously.
    Αντιμετώπισες την κατάσταση θαυμάσια.
    ⮡  The food was marvelously delicious.
    Το φαγητό ήταν υπέροχα νόστιμο.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη excellently