malséant
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | malséant | malséants |
θηλυκό | malséante | malséantes |
Επίθετο
επεξεργασίαmalséant (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | malséant | malséants |
θηλυκό | malséante | malséantes |
malséant (fr)