inconvenant
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | inconvenant | inconvenants |
θηλυκό | inconvenante | inconvenantes |
Επίθετο
επεξεργασίαinconvenant (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | inconvenant | inconvenants |
θηλυκό | inconvenante | inconvenantes |
inconvenant (fr)