malgranda
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | malgranda | malgrandaj |
αιτιατική | malgrandan | malgrandajn |
malgranda (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | malgranda | malgrandaj |
αιτιατική | malgrandan | malgrandajn |
malgranda (eo)