Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
lumbering
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
lumbering
lumberings
lumbering
(en)
η
υλοτομία
≈
συνώνυμα
:
logging
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
lumbering
(en)
ενεργητική
μετοχή
ενεστώτα
του
lumber