light up
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | light up |
γ΄ ενικό ενεστώτα | lights up |
αόριστος | lit up, lighted up |
παθητική μετοχή | lit up, lighted up |
ενεργητική μετοχή | lighting up |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαlight up (en)
- (μεταβατικό) φωτίζω, ρίχνω φως σε κάτι
- ⮡ Four large floodlights lit up the field.
- Τέσσερις μεγάλοι προβολείς φώτιζαν το γήπεδο.
- ⮡ The moon lit up the night brightly.
- Το φεγγάρι φώτιζε φωτεινά τη νύχτα.
- ⮡ Four large floodlights lit up the field.
- (μεταβατικό και αμετάβατο) φωτίζω, φεγγοβολώ, δείχνω ευτυχία ή ενθουσιασμό με τα μάτια ή το πρόσωπό μου
- ⮡ A smile lit up his face.
- Ένα χαμόγελο φώτισα το πρόσωπό του.
- ⮡ Her face lit up with joy.
- Το πρόσωπό της φωτίστηκε από χαρά.
- ⮡ His eyes lit up as soon as he saw her.
- Φεγγοβόλησε η ματιά του, μόλις την είδε.
- ⮡ A smile lit up his face.
- (ανεπίσημο) ανάβω τσιγάρο ή πίπα
- ⮡ He lit up a cigarette.
- Άναψε ένα τσιγάρο.
- ⮡ He lit up a cigarette.
Πηγές
επεξεργασία- light up - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 956. ISBN 9780194325684., λήμμα: φωτίζω