legokonkurso
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | legokonkurso | legokonkursoj |
αιτιατική | legokonkurson | legokonkursojn |
legokonkurso (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | legokonkurso | legokonkursoj |
αιτιατική | legokonkurson | legokonkursojn |
legokonkurso (eo)