kontraŭ-atako
(Ανακατεύθυνση από kontrau-atako)
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kontraŭ-atako | kontraŭ-atakoj |
αιτιατική | kontraŭ-atakon | kontraŭ-atakojn |
kontraŭ-atako (eo)