Ετυμολογία

επεξεργασία
indicible < λατινική indicibilis

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɛ̃.di.sibl/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
indicible indicibles

indicible (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Συνώνυμα

επεξεργασία