inattendu
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /i.na.tɑ̃.dy/
- ⓘ
Επίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | inattendu | inattendus |
θηλυκό | inattendue | inattendues |
inattendu (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | inattendu | inattendus |
θηλυκό | inattendue | inattendues |
inattendu (fr)