hometown
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
hometown | hometowns |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαhometown (en)
- η γενέτειρα, η πόλη καταγωγής μου
- ⮡ I want to return to my hometown.
- Θέλω να ξαναγυρίσω στη γενέτειρά μου.
- ≈ συνώνυμα: birthplace
- ⮡ I want to return to my hometown.