Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

grep < global regular expression print[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɡɹɛp/

  Συντομομορφή επεξεργασία

grep (en) ακρωνύμιο

  Ρήμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • grep στην αγγλική Βικιπαίδεια  

  Αναφορές επεξεργασία

  1. «Εισαγωγή στα λειτουργικά συστήματα», σελ. 119 από kallipos.gr. πρόσβαση:26/09/2019



Σουηδικά (sv) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

grep (sv)