frousse
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- frousse < → δείτε τη λέξη frou-frou
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
frousse | frousses |
frousse (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
frousse | frousses |
frousse (fr) θηλυκό