flipper
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαflipper (en)
- το πτερύγιο (της φάλαινας, του δελφινιού)
- το βατραχοπέδιλο
- ...
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
flipper | flippers |
flipper (fr) αρσενικό
- το παιχνίδι φλίπερ
Ρήμα
επεξεργασίαflipper (fr)
- (οικείο)