flagrantly
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | flagrantly |
συγκριτικός | more flagrantly |
υπερθετικός | most flagrantly |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασία- κραυγαλέα, κατάφωρα, με πολύ προφανή τρόπο και χωρίς να δείχνει κανέναν σεβασμό σε ανθρώπους, νόμους κτλ.