Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
fixed asset fixed assets

  Ετυμολογία επεξεργασία

fixed asset < → δείτε τις λέξεις fixed και asset

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

fixed asset (en)

Αντώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία