fabulously
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | fabulously |
συγκριτικός | more fabulously |
υπερθετικός | most fabulously |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαfabulously (en)
- θαυμάσια
- ↪ The player is serving the ball fabulously.
- Ο παίκτης σερβίρει θαυμάσια την μπάλα.
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη excellently
- ↪ The player is serving the ball fabulously.