essentiel
Γαλλικά (fr)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | essentiel | essentiels |
θηλυκό | essentielle | essentielles |
essentiel (fr)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασία