Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ediert
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γερμανικά (de)
1.1
Προφορά
1.2
Μετοχή
1.3
Ρηματικός τύπος
Γερμανικά
(de)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
eˈdiːɐ̯t
/
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Μετοχή
επεξεργασία
ediert
(de)
μετοχή
αορίστου
του
edieren
:
εκδοθείς
, που
εκδόθηκε
,
εκδομένος
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
ediert
(de)
γ΄
πρόσωπο
ενικού
οριστικής
ενεστώτα
του
edieren
:
εκδίδει
β΄
πρόσωπο
πληθυντικού
προστακτικής
ενεστώτα
του
edieren
:
εκδίδετε
!
εκδώστε
!