Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
déterminisme
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά
(fr)
1.1
Προφορά
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
de.tɛʁ.mi.nism
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
déterminisme
déterminismes
déterminisme
(fr)
αρσενικό
ο
ντετερμινισμός
, η
αιτιοκρατία
Συγγενικά
επεξεργασία
déterminable
déterminant
-
déterminante
déterminatif
-
déterminative
détermination
déterminé
-
déterminée
déterminer
déterministe